εξαμερικανισμός

εξαμερικανισμός
ο
το να εξαμερικανίζεται κανείς ή να εξαμερικανίζει κάτι.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • εξαμερικανισμός — ο [εξαμερικανίζω] η μετατροπή σε Αμερικανό ή κάποιου πράγματος σε αμερικανικό («ο εξαμερικανισμός τών εθνικών μειονοτήτων», «ο εξαμερικανισμός τού τρόπου ζωής») …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”